σίδηρος


σίδηρος
Προφορά

Ετυμολογία
σίδηρος αρχαία ελληνική σίδηρος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο σίδηρος

✦ το σίδερο
✦ φρ. δια πυρός και σιδήρου, με πυρπολήσεις και σφαγές

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.