ρόδινος
Προφορά
Ετυμολογία
ρόδινος αρχαία ελληνική ῥόδινος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ρόδινος -η, -ο
✦ ο από ρόδα: ρόδινο στεφάνι
✦ που έχει το χρώμα του ρόδου, τριανταφυλλής: ρόδινο σούρουπο (Λορ. Μαβίλης) – στο ρόδινο, μακάριο φως να ‘με ανεβαίνω της αυγής (Άγγ. Σικελιανός) – ρόδινα μάγουλα
✦ αίσιος, ευοίωνος: ρόδινες προοπτικές
✦ φρ. τα βλέπει όλα ρόδινα, είναι αισιόδοξος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–