ρυπαντικός


ρυπαντικός
Προφορά

Ετυμολογία
ρυπαντικός ρυπαίνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ρυπαντικός -ή, -ό

✦ που ρυπαίνει, που συντελεί στη ρύπανση: ρυπαντικές ουσίες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
ρυπαντικά (Κ ρυπαντικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.