ροδόπεπλος


ροδόπεπλος
Προφορά

Ετυμολογία
ροδόπεπλος μεταγενέστερη ελληνική ῥοδόπεπλος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ροδόπεπλος -η, -ο

✦ που φορεί ρόδινο πέπλο: η ροδόπεπλος κόρη (Α. Κάλβος)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.