ρινόκερος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ρινόκεροςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/5/ρινόκερος.mp3Ετυμολογίαρινόκερος μεταγενέστερη ελληνική ῥινόκερως Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο ρινόκερος ✦ μεγαλόσωμο και παχύδερμο θηλαστικό ζώο των τροπικών χωρών, με ένα ή δύο κέρατα στη μύτη Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–