ρινοφωνία


ρινοφωνία
Προφορά

Ετυμολογία
ρινοφωνία ρινόφωνος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ρινοφωνία

✦ ο ιδιαίτερος χρωματισμός της φωνής όταν κατά την ομιλία ή το τραγούδι ο αέρας βγαίνει και από τη μύτη |(ιατρ.) ρινολαλιά (βλ. λ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.