ρετσινάτος


ρετσινάτος
Προφορά

Ετυμολογία
ρετσινάτος ρετσίνι

Ερμηνεία
επίθετο┘ ρετσινάτος -η, -ο

✦ που περιέχει ρετσίνι, ρητινούχος
✦ ουδ. ρετσινάτο (κρασί) ως ουσ., η ρετσίνα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.