ρεστάρω


ρεστάρω
Προφορά

Ετυμολογία
ρεστάρω └ιταλ┘restare

Ερμηνεία
ρήμα ρεστάρω

✦ παύω, σταματώ
(μτφ. ) μένω άφραγκος, χωρίς χρήματα
✦ οδηγώ στη χρεοκοπία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.