ρεικιά


ρεικιά
Προφορά

Ετυμολογία
ρεικιά ρείκι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ρεικιά

✦ το ρείκι: πικρή ευωδιά της εποχής, κλωνάρι της ρεικιάς (Γ. Γεραλής)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.