ρεβιζιονισμός


ρεβιζιονισμός
Προφορά

Ετυμολογία
ρεβιζιονισμός └γαλλ┘ révisionisme

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ρεβιζιονισμός

✦ κάθε τάση ή κίνηση αναθεωρήσεως
✦ (ειδ.) η αναθεώρηση των αρχών του μαρξισμού προς την κατεύθυνση των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων αντί της επαναστατικής δράσης αναθεωρητισμού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.