ρεαλισμός
Προφορά
Ετυμολογία
ρεαλισμός └νεολατ┘ realismus
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο ρεαλισμός
✦ η πραγματοκρατία, η αντίληψη ότι υπάρχει μια αυτοτελής, ανεξάρτητη από την ανθρώπινη νόηση πραγματικότητα
✦ (αισθητ.) η πιστή αναπαράσταση της πραγματικότητας στη λογοτεχνία και τις εικαστικές τέχνες
✦ τρόπος σκέψης ή συμπεριφορά που βασίζεται στα γεγονότα, στην εκτίμηση της πραγματικότητας και απορρίπτει το συναίσθημα ή τη φαντασία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
ιδεαλισμός, ρομαντισμός
Επιρρήματα
–