ρεάλιο


ρεάλιο
Προφορά

Ετυμολογία
ρεάλιο ισπαν. réal (= βασιλικός)

Ερμηνεία
ρεάλιο

✦ παλαιό νόμισμα της Ισπανίας
✦ πληθ. ρεάλια, τα χρήματα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.