ραντάρ
Προφορά
Ετυμολογία
ραντάρ └διεθν┘radar• από τα αρχικά των └αγγλ┘λ. radio detecting and ranging (= ηλεκτρομαγνητική επισήμανση και εμβέλεια)
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το ραντάρ
✦ συσκευή που εντοπίζει και προσδιορίζει την απόσταση και θέση κινούμενων ή ακίνητων αντικειμένων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–