πυρπολώ


πυρπολώ
Προφορά

Ετυμολογία
πυρπολώ αρχαία ελληνική πυρπολῶ

Ερμηνεία
ρήμα πυρπολώ -είς, -εί

✦ βάζω φωτιά, καταστρέφω με τη φωτιά, κατακαίω: ο Νέρων πυρπόλησε τη Ρώμη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.