πυροδιάσπαση


πυροδιάσπαση
Προφορά

Ετυμολογία
πυροδιάσπαση πυρ + διασπώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πυροδιάσπαση

✦ (χημ.) η διάσπαση ενώσεων με τη δύναμη της θερμότητας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.