πυροβολώ


πυροβολώ
Προφορά

Ετυμολογία
πυροβολώ μεταγενέστερη ελληνική πυροβολῶ

Ερμηνεία
ρήμα πυροβολώ -είς, -εί

✦ βάλλω, ρίχνω με πυροβόλο όπλο
✦ κατευθύνω εναντίον κάποιου τη βολή πυροβόλου όπλου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.