πυραμίδα
Προφορά
Ετυμολογία
πυραμίδα αρχαία ελληνική πυραμίς
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η πυραμίδα
✦ πέτρινο οικοδόμημα με πολυγωνική βάση και ισοσκελείς πλευρές απολήγουσες σε κοινή κορυφή
✦ γεωμετρικό σχήμα της μορφής αυτής
✦ (γεν.) συσσώρευση αντικειμένων σε πλατιά βάση που απολήγει σε κορυφή
✦ (οικον.) (από το αγγλικά pyramid) σύστημα επένδυσης κατά το οποίο με το δέλεαρ του υψηλού κέρδους προσελκύονται κεφάλαια από καταθέτες, ο καθένας από τους οποίους είναι υποχρεωμένος να στρατολογήσει άλλους δύο ή περισσότερους καταθέτες: με το σύστημα της πυραμίδας τα όποια κέρδη μοιράζονται, αν μοιράζονται, προέρχονται από τα χρήματα των επόμενων καταθετών, γι’ αυτό και τα συστήματα αυτά καταρρέουν
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–