πτυχή


πτυχή
Προφορά

Ετυμολογία
πτυχή αρχαία ελληνική πτυχή

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πτυχή

✦ αναδίπλωση επιφάνειας και κυρίως ενδύματος, πιέτα, σούρα
✦ καθετί που μοιάζει με δίπλα υφάσματος, κυματοειδής σχηματισμός
✦ (ανατ.) κάθε αναδίπλωση του δέρματος
(μτφ. ) πλευρά, άποψη: πτυχές του προβλήματος – της υπόθεσης

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.