πρόσκτηση


πρόσκτηση
Προφορά

Ετυμολογία
πρόσκτηση μεταγενέστερη ελληνική πρόσκτησις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πρόσκτηση

✦ αύξηση των υπαρχόντων
✦ πρόσφατη ή επιπλέον απόκτηση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.