πρωτόσκολος


πρωτόσκολος
Προφορά

Ετυμολογία
πρωτόσκολος πρώτος + σχολείο

Ερμηνεία
πρωτόσκολος

✦ κατά την παλιά αλληλοδιδακτική μέθοδο, ο πρώτος μαθητής μιας τάξης που βοηθούσε στη διδασκαλία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.