πρωτόδικος


πρωτόδικος
Προφορά

Ετυμολογία
πρωτόδικος πρώτος + δίκη

Ερμηνεία
επίθετο┘ πρωτόδικος -η, -ο

✦ ο υπαγόμενος στη δικαιοδοσία του πρωτοδικείου
✦ ο προερχόμενος από το πρωτοδικείο: πρωτόδικη απόφαση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.