πρωτοκλέφτης


πρωτοκλέφτης
Προφορά

Ετυμολογία
πρωτοκλέφτης πρώτος + κλέφτης

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο πρωτοκλέφτης

✦ θηλ. πρωτοκλέφτρα αρχηγός, καπετάνιος ληστών
✦ ικανότατος κλέφτης, αρχικλέφτης

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.