προσωποπαγής
Προφορά
Ετυμολογία
προσωποπαγής πρόσωπον + θ. αορ. επάγην του πήγνυμι
Ερμηνεία
└επίθετο┘ προσωποπαγής -ής, -ές
✦ ο αδιάσπαστα συνδεδεμένος με κάποιο πρόσωπο: δικαιώματα προσωποπαγή
✦ (διοίκ.) για θέση, που συνδέεται με συγκεκριμένο άτομο
✦ (πολιτ.) για κόμμα που λειτουργεί κατά τρόπο απόλυτα συνδεδεμένο με το πρόσωπο του αρχηγού του
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–