προστατεύω


προστατεύω
Προφορά

Ετυμολογία
προστατεύω αρχαία ελληνική προστατεύω

Ερμηνεία
ρήμα προστατεύω

✦ προφυλάγω κάτι ή κάποιον από κακό, ενδιαφέρομαι και μεριμνώ με στοργή
✦ ενισχύω, βοηθώ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.