προσκήνιο
Προφορά
Ετυμολογία
προσκήνιο μεταγενέστερη ελληνική προσκήνιον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το προσκήνιο
✦ το εμπρός μέρος της σκηνής του αρχαία ελληνική θεάτρου
✦ το εμπρός από την αυλαία (ή το μεταξύ αυλαίας και ορχήστρας) τμήμα της σκηνής του νεότερου θεάτρου
✦ (μτφ. φρ.): στο προσκήνιο της επικαιρότητας
Συνώνυμα
λογείον
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–