προσηλυτίζω


προσηλυτίζω
Προφορά

Ετυμολογία
προσηλυτίζω μεταγενέστερη ελληνική προσήλυτος

Ερμηνεία
ρήμα προσηλυτίζω

✦ πείθω κάποιον να αποδεχθεί το θρησκευτικό δόγμα που πιστεύω ή, γενικά, τις ιδέες μου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.