προσηλιακός


προσηλιακός
Προφορά

Ετυμολογία
προσηλιακός προσήλιος

Ερμηνεία
επίθετο┘ προσηλιακός -ή, -ό

✦ που δέχεται άφθονο ηλιακό φως, ευήλιος: προσηλιακό παράθυρο με τζάμι ραγισμένο (Κ. Βάρναλης)

Συνώνυμα
προσήλιος
Αντίθετα
ανήλιαγος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.