προσεχής
Προφορά
Ετυμολογία
προσεχής αρχαία ελληνική προσεχής (= κοντινός)
Ερμηνεία
└επίθετο┘ προσεχής -ής, -ές
✦ ο αμέσως επόμενος: κατά την προσεχή εβδομάδα
✦ επικείμενος, που πρόκειται να συμβεί στο άμεσο μέλλον: οι προσεχείς εξελίξεις
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
απώτερος
Επιρρήματα
προσεχώς