προσδοκία


προσδοκία
Προφορά

Ετυμολογία
προσδοκία αρχαία ελληνική προσδοκία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η προσδοκία

✦ αναμονή, ελπίδα, απαντοχή
✦ φρ. παρά πάσαν προσδοκίαν, αντίθετα απ’ ό,τι θα έλπιζε ή θα περίμενε κανείς

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.