προσγείωση
Προφορά
Ετυμολογία
προσγείωση προσγειώνω
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η προσγείωση
✦ κάθοδος αεροσκάφους στη γη, προσεδάφιση: ομαλή – ανώμαλη προσγείωση
✦ (μτφ. ) αντιμετώπιση της πραγματικότητας, επαφή με την πραγματικότητα, ρεαλισμός
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
απογείωση
Επιρρήματα
–