προπονώ


προπονώ
Προφορά

Ετυμολογία
προπονώ αρχαία ελληνική προπονέω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα προπονώ -είς, -εί

✦ προγυμνάζω με κατάλληλες ασκήσεις και μεθόδους αθλητή, ομάδα ποδοσφαίρου, μπάσκετ κτλ. και ζώο, (ιδ. άλογο) για να διεκδικήσει τη νίκη σε αγώνα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.