προπατορικός


προπατορικός
Προφορά

Ετυμολογία
προπατορικός μεταγενέστερη ελληνική προπατορικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ προπατορικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στους προπάτορες: το προπατορικό αμάρτημα (το αμάρτημα των πρωτοπλάστων)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.