προπαγάνδα
Προφορά
Ετυμολογία
προπαγάνδα └λατιν┘ └φρ┘de propaganda fide (= για τη διάδοση της πίστης)
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η προπαγάνδα
✦ συστηματική προσπάθεια για διάδοση ιδεών, αρχών, δογμάτων κτλ.
✦ προσπάθεια για ευρεία διάθεση γεωργικών ή βιομηχανικών προϊόντων, διαφήμιση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–