προεξαγγελτικός


προεξαγγελτικός
Προφορά

Ετυμολογία
προεξαγγελτικός προεξαγγέλλω

Ερμηνεία
επίθετο┘ προεξαγγελτικός -ή, -ό

✦ εύχρ. στον όρο προεξαγγελτική παράθεση, (συντακτ.) ουσιαστικό ή επίθετο που χαρακτηρίζει εκ των προτέρων το περιεχόμενο της προτάσεως που ακολουθεί: περίεργο πράγμα! πώς δεν ήρθε ακόμα ο Πέτρος! (Αχ. Τζάρτζανος, ΝΕ Σύνταξις)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.