προειδοποίηση
Προφορά
Ετυμολογία
προειδοποίηση προειδοποιώ
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η προειδοποίηση
✦ η πράξη και το αποτέλεσμα του προειδοποιώ, προαγγελία
✦ το μέσο (έγγραφο κτλ.) με το οποίο προειδοποιείται κάποιος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–