προγυμνάστρια
Προφορά
Ετυμολογία
προγυμνάστρια μεταγενέστερη ελληνική προγυμναστής
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο προγυμνάστρια
✦ θηλ. προγυμνάστρια αυτός που προγυμνάζει
✦ δάσκαλος που παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα, προετοιμάζοντας μαθητές για εξετάσεις
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–