πρακτικισμός


πρακτικισμός
Προφορά

Ετυμολογία
πρακτικισμός πρακτική + -ισμός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο πρακτικισμός

✦ φιλοσοφ. αντίληψη που δίνει απόλυτη σημασία στην πρακτική αντιμετώπιση των προβλημάτων υποτιμώντας τη θεωρητική έρευνα
✦ πολιτική αντίληψη που υποτιμά την ιδεολογία, και απολυτοποιεί τη σημασία της πρακτικής αντιμετώπισης των ζητημάτων: τάση του κόσμου να μην πιστεύει στην αριστερά ή τη δεξιά και να αναζητεί σωτηρία σ’ ένα πολιτικό πρακτικισμό χωρίς οράματα και ιδεολογίες (Ελευθεροτυπία)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.