πράξη


πράξη
Προφορά

Ετυμολογία
πράξη αρχαία ελληνική πρᾶξις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πράξη

✦ η ενέργεια και το αποτέλεσμα του πράττω, επιτέλεση έργου, και το έργο που επιτελείται
✦ άσκηση, εφαρμογή, εκτέλεση
✦ πείρα, πρακτική ικανότητα που αποκτήθηκε με την άσκηση
✦ εμπορική ή χρηματιστηριακή συναλλαγή
✦ διοικητική ενέργεια, απόφαση
✦ εγγραφή και καταχώριση σε ειδικό βιβλίο
✦ καθένα από τα αυτοτελή μέρη που αποτελούν θεατρικό έργο
✦ συνουσία
✦ (μαθημ.) αριθμητικές πράξεις, οι τέσσερις γενικοί τρόποι με τους οποίους από δοθέντες αριθμούς παράγεται άλλος (πρόσθεση, αφαίρεση, πολλαπλασιασμός και διαίρεση)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.