πουριτανή


πουριτανή
Προφορά

Ετυμολογία
πουριτανή └αγγλ┘puritan

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο πουριτανή

✦ θηλ. πουριτανή οπαδός του πουριτανισμού
(μτφ. ) άνθρωπος αυστηρών αρχών και ηθών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.