πουρέ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply πουρέΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/5/πουρέ.mp3Ετυμολογίαπουρέ └γαλλ┘ purée Ερμηνεία πουρέ ✦ έδεσμα από πολτοποιημένες πατάτες, όσπρια ή χόρτα Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–