πουαντιλισμός
Προφορά
Ετυμολογία
πουαντιλισμός └γαλλ┘ pointillisme
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο πουαντιλισμός
✦ τεχνική ζωγραφικής που αποδίδει το φως και τα αντικείμενα με χρωματικά στίγματα στον πίνακα, στιγματογραφία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–