ποτές


ποτές
Προφορά

Ετυμολογία
ποτές αρχαία ελληνική ποτέ

Ερμηνεία
ποτές

✦ κ. ποτές επίρρ. κάποτε, σε κάποια περίσταση: αν ποτέ ξαναϊδωθούμε
✦ σε καμιά περίπτωση, ουδέποτε: ποτέ δε θα ξαναϊδωθούμε
✦ φρ. ποτέ των ποτών, σε καμία περίπτωση, ουδέποτε – του αγίου ποτέ, ουδέποτε: (Η Τουρκία τους 40.000 κληρωτούς) θα τους απολύσει… του αγίου ποτέ (Ελευθεροτυπία)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.