ποτάζω
Προφορά
Ετυμολογία
ποτάζω μεσαιωνική ελληνική ἀποτάζω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ ποτάζω
✦ αποχτώ: πότε σταθήκαν με τη γυναίκα του κάτω από τα στέφανα, πότε ποτάξανε παιδί (Π. Πρεβελάκης)
✦ αποταμιεύω, βάζω κατά μέρος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–