πολύτοκος


πολύτοκος
Προφορά

Ετυμολογία
πολύτοκος αρχαία ελληνική πολυτόκος

Ερμηνεία
επίθετο┘ πολύτοκος -η, -ο

✦ γόνιμος, που γεννά πολλές φορές ή πολλά νεογνά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.