πολωσίμετρο


πολωσίμετρο
Προφορά

Ετυμολογία
πολωσίμετρο πόλωσις + μέτρον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το πολωσίμετρο

✦ (φυσ.) όργανο για τη μελέτη της στροφικής πόλωσης του φωτός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.