πολυχρονεμένος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply πολυχρονεμένοςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/5/πολυχρονεμένος.mp3Ετυμολογίαπολυχρονεμένος μτχ. παθητ. πρκμ. του ρήματος πολυχρονίζω Ερμηνεία πολυχρονεμένος ✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. που ζει πολλά χρόνια ✦ αυτός στον οποίο εύχομαι να ζήσει πολλά χρόνια Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–