πολυχρήματος


πολυχρήματος
Προφορά

Ετυμολογία
πολυχρήματος αρχαία ελληνική πολυχρήματος

Ερμηνεία
επίθετο┘ πολυχρήματος -η, -ο

✦ που έχει πολλά χρήματα, μεγάλη περιουσία, ο πολύ πλούσιος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.