πολιτογραφώ
Προφορά
Ετυμολογία
πολιτογραφώ μεταγενέστερη ελληνική πολιτογραφῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ πολιτογραφώ -είς, -εί
✦ δίνω υπηκοότητα, εγγράφω αλλοδαπό στους πολίτες ενός κράτους: και δύσκολο στην πόλι εκείνην είναι και σπάνιο να σε πολιτογραφήσουν (Κ. Καβάφης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–