πολιτικατζής
Προφορά
Ετυμολογία
πολιτικατζής └τουρκ┘politikacι
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο πολιτικατζής
✦ πολιτικάντης: άλλοι, πολιτικατζήδες, δε συλλογίζονται τίποτε άλλο παρά πώς θα τα καταφέρουν να βρίσκουνται μ’ εκείνους που μπορεί να διαδεχτούν την κυβέρνηση – ελεεινή ράτσα (Γ. Σεφέρης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–