πνιχτός


πνιχτός
Προφορά

Ετυμολογία
πνιχτός μεταγενέστερη ελληνική πνικτός

Ερμηνεία
επίθετο┘ πνιχτός -ή, -ό

✦ που δεν εκδηλώνεται, συγκρατημένος: πνιχτό γέλιο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.